Δεν γίνονται μαθήματα τα εφιαλτικά παθήματα από τη συνεχή αύξηση φόρων
ΜΑ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ; Είναι δυνατόν να μη γίνονται ποτέ μαθήματα τα παθήματα ολόκληρων δεκαετιών κακοποίησης των οικονομικών νόμων και ιδιαίτερα μετά το 2009;
Όλες οι αυξήσεις άμεσων και έμμεσων φόρων που έγιναν τα τελευταία σαράντα χρόνια και ιδιαίτερα εκείνη του περασμένου Ιουλίου με τη μετάταξη εκατοντάδων προϊόντων και υπηρεσιών από το 13% στο 23%, οδήγησαν όχι μόνο σε αποτυχία επίτευξης των στόχων που είχαν τεθεί μέσω των προϋπολογισμών, αλλά και σε μείωση των εσόδων σε απόλυτους αριθμούς. Ωστόσο, και η σημερινή κυβέρνηση στην προσπάθειά της να καλύψει, όπως και όλες οι προηγούμενες, το δημοσιονομικό κενό του 2017 και του 2018, προχωρεί σε νέες αυξήσεις έμμεσων φόρων (στα τσιγάρα, στα κινητά τηλέφωνα, στη συνδρομητική τηλεόραση), ακόμη και σε αύξηση του βασικού συντελεστή από το 23% στο 24%.
Έτσι, τα τελευταία σαράντα χρόνια και ιδιαίτερα μετά το 2009 έγινε ένα πρωτοφανές ξεγύμνωμα όλης της ελληνικής οικονομίας! Μετά τα νοικοκυριά, εξοντώθηκε με την υψηλή φορολογία όλη η οικονομική και επιχειρηματική δραστηριότητα με την ύφεση να απειλεί με κατάρρευση όλη τη χώρα. Ήδη, σε
σχόλιό μου στις 23 Αυγούστου του 2010 είχα επισημάνει, επειδή οι οικονομικοί νόμοι είναι φιλέκδικοι, ότι από τότε έτεινε να εξελιχθεί σε μπούμερανγκ για τα έσοδα του Δημοσίου η αύξηση των φόρων, που συνόδευσε την υπογραφή του Μνημονίου, καθώς οι ανατιμήσεις που προκάλεσε σε πολλά προϊόντα οδήγησαν στην κάμψη της κατανάλωσης. Μόνο από τις αυξήσεις της έμμεσης φορολογίας στα τσιγάρα, τα ποτά, τα καύσιμα και τα Ι.Χ. αυτοκίνητα υπολογιζόταν τότε ότι οι απώλειες εσόδων θα ανέρχονταν σε 2 δισ. ευρώ. Οι πωλήσεις τσιγάρων μειώθηκαν από την αρχή του έτους κατά 11%, των ποτών και της βενζίνης κατά 30% και των αυτοκινήτων κατά 27%. Μέχρι το τέλος του έτους, εκτιμάτο ότι η πτώση θα ήταν πολύ μεγαλύτερη. Το αποτέλεσμα της υψηλής φορολογίας ήταν και τότε, πριν από έξι χρόνια περίπου, λιγότερα έσοδα, γεγονός που υποχρέωνε την τότε κυβέρνηση, εξαιτίας των ανελαστικών δημοσιονομικών στόχων του Μνημονίου, να προχωρήσει σε περαιτέρω περικοπές των δαπανών, που επέτειναν την ύφεση.
Σημειώνεται ότι απογοητευτική ήταν ακόμα η διαπίστωση ότι ενώ από τις αρχές ήδη της δεκαετίας του 1990 δεν υπήρχαν περιθώρια για επιβολή νέων φόρων ή αύξηση υφισταμένων, συνεχώς έως και σήμερα τα φοροεισπρακτικά μέτρα «πάνε σύννεφο», γονατίζοντας έτσι οικονομία και νοικοκυριά. Για του λόγου του αληθές παραθέτουμε ένα σχετικό απόσπασμα από την ετήσια Έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για τη χρήση του 1996 (σελίδα 44):
«Μετά τις τελευταίες ρυθμίσεις περιορίζονται σημαντικά τα περιθώρια επιβολής νέων φόρων (ή αύξησης υφισταμένων) λαμβανομένων υπόψη και των επιπτώσεων της φορολογίας στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομία. Σημειωτέον ότι ούτε το φορολογικό σύστημα της χώρας ούτε οι φορολογικοί συντελεστές διαφέρουν σημαντικά από τα αντίστοιχα συστήματα και τους συντελεστές στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εν τούτοις, τα έσοδα του ευρύτερου κυβερνητικού τομέα, ως ποσοστό του ΑΕΠ, υπολείπονται του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά 8 εκατοστιαίες μονάδες, λόγω της εκτεταμένης φοροδιαφυγής στη χώρα μας…».
Τί φταίει; Σε αυτή την ερώτηση θα απαντήσουμε με στοιχεία στο αυριανό μας σχόλιο.
Σχετικά Άρθρα
06/08/2025 - 16:23
28/07/2025 - 19:14
28/07/2025 - 19:12
Δείτε επίσης