Δεν είναι ώρα για «χλιαρή» στήριξη!

Στην πολιτική δεν υπάρχουν αυτόματα αξιώματα και τίποτα δεν είναι γραμμένο στην πέτρα. Για παράδειγμα, το δόγμα «η Λευκωσία αποφασίζει, η Αθήνα συμπαρίσταται» χωράει πολλή συζήτηση, ειδικά μετά το διπλό παιχνίδι που έπαιξε σε βάρος της Ελλάδας και σύσσωμης της διεθνούς κοινότητας ο μακαρίτης Τάσσος Παπαδόπουλος το 2004.

Προφανώς, Ελλάδα και Κύπρος είναι δύο ελληνικά κράτη. Προφανώς, όσο ισχύει το αναχρονιστικό καθεστώς των εγγυήσεων, η Ελλάδα οφείλει να είναι μία από τις «εγγυήτριες δυνάμεις» και να μην αφήνει την Κύπρο βορά στις τουρκικές διαθέσεις.

Προφανώς, η μαρτυρική Μεγαλόνησος και η χώρα μας είναι συνιστώντα μέρη του ελληνισμού και ως τέτοια πρέπει να συμπεριφέρονται η μία προς την άλλη.

Από την άλλη πλευρά, είναι επίσης προφανές ότι η αυτονόητη στήριξη στη Λευκωσία συνεπάγεται και κάτι ακόμη: την ηθική και πολιτική υποχρέωση της Κύπρου να συνεννοείται για τα μείζονα θέματα με την Ελλάδα. Αυτό δεν έγινε το 2004, όταν οι Κύπριοι κατάφεραν τότε να δείξουν σε όλη τη διεθνή κοινότητα ότι δεν επιθυμούν πραγματικά τη λύση του Κυπριακού. Αυτό δεν έγινε ούτε όταν ξεκίνησε το πρόγραμμα γεωτρήσεων στην κυπριακή ΑΟΖ, καθώς ήταν πολλοί που υποστήριζαν –και αποδεικνύεται τώρα πόσο δίκιο είχαν…- ότι δεν μπορεί να υπάρξει εξόρυξη και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων πριν λυθεί το Κυπριακό.

Σε κάθε περίπτωση, ό,τι έγινε έγινε. Η Κύπρος υφίσταται πλέον εισβολή στα ύδατά της, που θα «επισημοποιηθεί» όταν το τρυπάνι του «Γιαβούζ» θα αγγίξει τον βυθό του οικοπέδου 7 της κυπριακής ΑΟΖ. Αυτό συμβαίνει την ώρα που ο Ερντογάν κερδίζει πόντους στο εσωτερικό του από την εισβολή στη Συρία και ενόσω έχει αρχίσει να αποκομίζει οφέλη από την Ευρώπη, εργαλειοποιώντας το προσφυγικό και πιέζοντας εκ νέου τη χώρα μας. Σαν να μην έφταναν αυτά, η σύνθετη αυτή κατάσταση βρίσκει την Αμερική να σπαράσσεται, τον πρόεδρο των ΗΠΑ να αλλάζει άποψη κάθε μέρα και να φλερτάρει με την άποψη «βρείτε τα» για το Αιγαίο, αλλά και για τους υδρογονάνθρακες. Ενώ, δηλαδή, η Κύπρος και η Ελλάδα επιχειρούν να υπενθυμίσουν σε όλους ότι το Κυπριακό είναι πρόβλημα εισβολής και κατοχής, ο Ερντογάν παλεύει –και φαίνεται να βρίσκει ευήκοα ώτα επ’ αυτού στον Λευκό Οίκο- να μετατρέψει το Κυπριακό σε ένα πρόβλημα… μοιρασιάς των προσόδων από την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων.

Σε αυτή τη συγκυρία, λοιπόν, τα μηνύματα που εκπέμπει η Αθήνα είναι αντιφατικά: ο Κυριάκος Μητσοτάκης προχθές, μιλώντας στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματός του, δεν βρήκε ούτε μία λέξη καταδίκης  της τουρκικής προκλητικότητας στην κυπριακή ΑΟΖ αλλά και στο Αιγαίο. Ταυτοχρόνως, ο πρωθυπουργός δηλώνει ότι αν η Κύπρος ζητήσει κυρώσεις στην Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε., τότε η Ελλάδα «θα την στηρίξει». Θα κάνει, δηλαδή, ό,τι θα κάνει και η Πορτογαλία, αλλά και η Ισπανία. Ενώ το λογικό θα ήταν όχι απλώς να «στηρίξει» το αίτημα Αναστασιάδη (αλίμονο αν έκανε το αντίθετο…) αλλά να εμφανιστούν στη Σύνοδο ως ενιαίο μπλοκ η Ελλάδα και η Κύπρος.

Η «χλιαρή» στήριξη Μητσοτάκη στον πρόεδρο Αναστασιάδη δεν καταγράφεται, αυτονοήτως, στο εσωτερικό της χώρας, αλλά την βλέπουν και οι Τούρκοι –σε μία τόσο κρίσιμη, μάλιστα, στιγμή. Είτε αυτή είναι αποτέλεσμα της κακής προσωπικής σχέσης μεταξύ των δύο ηγετών, είτε αποτελεί προσπάθεια της Αθήνας να αποσπάσει μία χειρονομία καλής θελήσεως από την Άγκυρα ως προς τις προσφυγικές ροές, είναι κοντόθωρη και επικίνδυνη, με δεδομένο τον οριακό χαρακτήρα της παρούσης περιόδου.

Στην κυπριακή ΑΟΖ και στην ευρύτερη γειτονιά μας μυρίζει μπαρούτι και είναι η πλέον ακατάλληλη ώρα να δείχνει η Ελλάδα ότι δεν έχει ενιαίες απόψεις με την Κύπρο. Όχι γιατί οι Κύπριοι αδελφοί μας τα έχουν κάνει όλα τέλεια –κάθε άλλο. Αλλά γιατί «τα εν οίκω μη εν δήμω».

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή