Δέκα χρόνια μετά και οι νεκροί της Marfin ακόμα ζητούν δικαίωση. Τρεις άνθρωποι -ανάμεσά τους και μία έγκυος- έχασαν τη ζωή τους, σ’ ένα κτήριο τράπεζας στο κέντρο της Αθήνας, και η πολιτεία ακόμη δεν εχει καταφέρει να βρεί τους ενόχους.
Δέκα χρόνια μετά, τα όσα εκτυλίχτηκαν στις 5 Μαΐου του 2010 στην Αθήνα, συνεχίζουν να συγκλονίζουν. Μέχρι και σήμερα, οι συγγενείς των θυμάτων περιμένουν να αποδοθεί δικαιοσύνη για τον θάνατο των δικών τους ανθρώπων.
Ωστόσο, καταδικασμένοι είναι οι Κωνσταντίνος Βασιλακόπουλος (διευθύνων σύμβουλος Marfin), Εμμανουήλ Βελονάκης (υπεύθυνος ασφαλείας κτιρίου), Άννα Βακαλοπούλου (υπεύθυνη καταστήματος). Οι πρώτοι κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν σε φυλάκιση 22 ετών και η διευθύντρια του καταστήματος σε 5 έτη και ένα μήνα, για τις ανθρωποκτονίες από αμέλεια τριών υπαλλήλων και τις σωματικές βλάβες άλλων 21 υπαλλήλων.
Το χρονικό:
5 Μαΐου του 2010. Τρεις άνθρωποι που είχαν πάει το πρωί στη δουλειά τους, όπως κάθε άλλη μέρα, δολοφονήθηκαν μέσα στο φλεγόμενο νεοκλασικό κτήριο της οδού Σταδίου, όπου στεγαζόταν η τράπεζα Marfin.Ήταν λίγες μέρες μετά την είσοδο της χώρας στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Στις 23 Απριλίου ο Γιώργος Παπανδρέου είχε αναγγείλει από το Καστελόριζο την ένταξη της Ελλάδας στον Μηχανισμό στήριξης.
Το πρωί της 5ης Μαΐου εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες ξεχύνονται στους δρόμους, διαμαρτυρόμενοι για τα σχέδια της τότε κυβέρνησης.
Ήταν 14:00 το μεσημέρι, όταν στη διάρκεια πορείας προς το Σύνταγμα, άγνωστοι κουκουλοφόροι έσπασαν την τζαμαρία του υποκαταστήματος και έριξαν στο εσωτερικό μολότοφ, αδιαφορώντας για τις κραυγές των εργαζομένων.
Η φωτιά εξαπλώθηκε αμέσως, με αποτέλεσμα να ακολουθήσει πανικός. Κάποιοι κατάφεραν και βγήκαν σώοι, άλλοι πηδούσαν από τα μπαλκόνια στο κενό για να σωθούν, ή σκαρφάλωναν στα μπαλκόνια του διπλανού κτηρίου προκειμένου να ξεφύγουν από τον καπνό. Τρεις όμως δεν τα κατάφεραν.
Επρόκειτο για την Παρασκευή Ζούλια (35 ετών) η οποία εντοπίστηκε από την Πυροσβεστική στο δεύτερο όροφο του κτηρίου, την Αγγελική Παπαθανασοπούλου (32 ετών και εγκυμονούσα), η οποία βρέθηκε λίγο εκατοστά μακριά από την μπαλκονόπορτα την οποία προσπαθούσε να φτάσει και τον Επαμεινώνδα Τσακάλη (36 ετών) ο οποίους εντοπίστηκε στις σκάλες μεταξύ του πρώτου και δεύτερου ορόφου.
«Να καείτε ρε»
Σύμφωνα με μαρτυρίες πολλοί διαδηλωτές θεωρούσαν ότι το υποκατάστημα της Marfin ήταν κλειστό εκείνη την ημέρα. Στη δικογραφία, ωστόσο, υπάρχουν αναφορές για προτροπές ατόμων προς τους δράστες, με ιαχές όπως «να καείτε ρε π…», ακόμα και ρίψεις πετρών προς την τράπεα. Αλλοι διαδηλωτές, όμως, προσπάθησαν να τους σταματήσουν. Ηταν όμως ήδη αργά καθώς οι φλόγες άρχισαν να τυλίγουν το κτίριο της Marfin.
Κατά την επίσημη αναφορά για την τραγωδία στη Marfin, λόγω των καπνών οι περισσότεροι υπάλληλοι στοιβάχτηκαν στον μικρό φωταγωγό που επικοινωνούσε μέσω πλέγματος με την ταράτσα. Ενας από τους εργαζόμενους κατάφερε να σπάσει το πλέγμα και τότε αρκετοί αναρριχήθηκαν από τον φωταγωγό στη στέγη και πήδηξαν σε διπλανό κτίριο.
Το πόρισμα:
Συγκεκριμένα, στο πόρισμα που συνέταξε ο τεχνικός επιθεωρητής του Υπουργείου Εργασίας αναφέρεται πως η έξοδος κινδύνου ήταν κλειδωμένη και πως για να ανοίξει ήταν απαραίτητη η χρήση τηλεχειριστήριου, το οποίο βρισκόταν στη κατοχή της διευθύντριας.
Επιπλέον, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, όχι μόνο δεν είχε δοθεί εντολή στους υπαλλήλους να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους πριν τον εμπρησμό, όταν ήδη υπήρχαν φόβοι για σοβαρά επεισόδια στην πορεία που διέσχιζε τη Σταδίου, αλλά αντίθετα τους είχε δοθεί η οδηγία να εργαστούν κανονικά.
Τα τρία στελέχη της τράπεζας καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης, οι δύο πρώτοι 22 ετών (θα εκτίσουν 10 χρόνια με αναστολή) και η διευθύντρια του καταστήματος πέντε ετών και ενός μήνα.
Εκ των υστέρων έγινε γνωστό ότι οι υπάλληλοι βρίσκονταν στη τράπεζα εκείνη τη μέρα παρόλο που είχε κηρυχτεί γενική απεργία από φόβο μην απολυθούν.
Επίσης έγιναν αγωγές θυμάτων και συγγενών τους κατά της τράπεζας. Ορίστηκε η καταβολή αποζημίωσης περίπου 1,1 εκατομμυρίου ευρώ στους συγγενείς ενός θύματος και 720.000 ευρώ στους υπαλλήλους που εγκλωβίστηκαν στο κτίριο.
Δεν είχε γίνει ποτέ άσκηση εκκένωσης του κτιρίου
Όλοι οι εργαζόμενοι κατέθεσαν πως δεν είχε γίνει ποτέ άσκηση εκκένωσης του κτιρίου. Επίσης το υποκατάστημα δεν διέθετε το απαιτούμενο από το νόμο πιστοποιητικό πυρασφάλειας.
Μία εργαζόμενη κατέθεσε πως είχε γίνει μία φορά επίδειξη χρήσης των πυροσβεστήρων, και μία άλλη πως είχαν διανεμηθεί στο προσωπικό ενημερωτικά φυλλάδια για θέματα πυροπροστασίας.
Η ανώνυμη επιστολή και η σύλληψη
Λίγες ημέρες μετά την πρώτη επέτειο της Marfin, οι Αρχές προέβησαν σε δυο συλλήψεις, βάσει μιας ανώνυμης επιστολής που, όπως ανέφεραν, περιήλθε στην κατοχή τους. Η επιστολή κατονόμαζε τρία άτομα που είχαν εμπλοκή σε επεισόδια στην Κερατέα -κατά τις εντάσεις για τον ΧΥΤΑ στην περιοχή- και οι οποίοι, κατά τον συντάκτη, ήταν υπαίτιοι για το έγκλημα της Marfin.
Κατηγορίες τελικά ασκήθηκαν κατά του 34χρονου, τότε, Θ.Σ., ο οποίος παραδέχθηκε ότι μετείχε στην πορεία, αλλά αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι ενεπλάκη στον εμπρησμό της Marfin. Σε επιστολή του, τότε, ανέφερε:
«Θα επαναλάβω ξανά πως η αξιοπρέπεια μου ως άνθρωπος αλλά και ως άτομο που μιλάει για ελευθερία και αντιεξουσία δεν θα μου επέτρεπε να κάνω αυτό για το οποίο κατηγορούμαι».
Ομόφωνα αθώος ο ύποπτος που παραπέμφθηκε σε άλλη δίκη
Ως ύποπτος για τον εμπρησμό της Marfin συνελήφθη ένα άτομο, το οποίο παραπέμφθηκε σε δίκη. Το βούλευμα αναφέρει ότι υπήρχαν και άλλα δύο άτομα αυτουργοί του εμπρησμού, τα οποία είναι άγνωστα.
Μετά από πολλές αναβολές, η δίκη ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του 2016 χωρίς κάποιος από τους αυτουργούς του εμπρησμού να έχει καταδικαστεί.
Ο κατηγορούμενος, κρίθηκε ομόφωνα αθώος από το Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αθηνών «ελλείψει ικανών ενδείξεων ενοχής».
Αυτόπτες μάρτυρες κατέθεσαν στη δίκη ότι ο εμπρησμός έγινε από ομάδα που είχε δομή και ήταν συντεταγμένη.
Μικροπολιτική δέκα χρόνια μετά:
Στο γεγονός αναφέρθηκε και ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην αρχή της ομιλίας του στη Βουλή, στη συζήτηση για το περιβαλλοντικό νομοσχέδιο, ενώ μάλιστα ανέφερε ότι “η Πολιτεία θα τιμήσει τη μνήμη των ανθρώπων που χάθηκαν. Μια ειδική πλακέτα στο κτήριο της φωτιάς και του μίσους θα πολεμά τη λήθη και θα καλεί σε ενότητα και δημοκρατική επαγρύπνηση. Θα κρατά ζωντανό το μεγάλο δίδαγμα εκείνης της ημέρας. Ποτέ πια.»
Ο πρόεδρος της Βουλής, Κωνσταντίνος Τασούλας, ζήτησε να τηρηθεί ενός λεπτού σιγή αμέσως μετά, όπως και έγινε, με τους παρόντες βουλευτές να στέκονται όρθιοι.
Σήμερα, στην εποχή που η αντιτρομοκρατική έχει τον υπερκοριό, τα κροκοδείλια δάκρυα περισσεύουν…