«Δὲ βαριέσαι;». Ἀκόμη;…

 

ΣΕ προγενΕστερους καιρούς, ὅταν κάποιοι προειδοποιούσαμε γιὰ τοὺς χαλεποὺς καιροὺς τοῦ μέλλοντος, εἰσπράτταμε μιὰ μόνιμη σχεδὸν ἀπάντηση: «Δὲν βαριέσαι»! Ἡ φράση εἶναι σῆμα κατατεθὲν τοῦ γαλλοπρεποῦς «ζεμανφου­τισμοῦ» καὶ τοῦ ἑλληνώνυμου «ὠχαδερφισμοῦ». Τὸ «δὲ βαριέσαι» ἐκφράζει μιὰ νοοτροπἰα ποὺ ἀπαντᾶ σὲ μιὰ μεγάλη μερίδα συμπολιτῶν μας, ἔτσι ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ χαρακτηρισθεῖ σὰν ἐθνικὸ χαρακτηριστικό μας. Ἄς μὴ βιαστοῦμε ὅμως νὰ τὴν καταδικάσουμε ὡς ἔκφραση. Δὲν εἶναι μὸνο μιὰ ράθυμη ἀντίληψη τῆς ζωῆς, εἶναι καὶ συσπείρωση τῆς ἀπογοητεύσεως σ’ ἕνα ψεύτικο χαμόγελο. Δείχνει μία βαθιὰ πικρία καὶ λιγότερο μιὰ τάση τοῦ Ἕλληνα γιὰ ἀναθεματισμὸ τῶν δυσκολιῶν. Ὁ σημερινὸς Ἕλληνας, μέλος κι αὐτὸς τῆς ταραγμένης ἐποχῆς μας, βρίσκεται καθημερινὰ ἀντιμέτωπος μὲ καυτὰ πολιτικὰ, κοινωνικὰ, οἰκονομικὰ καὶ κάθε λογῆς ἄλλα προβλήματα. Λίγη ἀπάθεια, λοιπὸν, λίγη ἀδιαφορία, λίγη –ἔστω– ἀναισθησία εἶναι τὸ ἀναγκαῖο καταπραϋντικό. Κατευναστικὸ ποὺ θὰ τὸν ἀποσπάσει γιὰ λίγο ἀπὸ τὶς κουραστικὲς σκέψεις. Μὲ ἕνα «δὲ βαριέσαι» κάνει ἕνα πήδημα ἔξω ἀπὸ τὸν κλοιὸ τῶν προβλημάτων. Τὸ «δὲ βαριέσαι» μοιάζει μὲ τὸ λύσιμο τῆς γραβάτας ποὺ μᾶς πνίγει. Νὰ ὑποθέσουμε ὅτι γι’ αὐτὸ καθιέρωσε τὸν ἀγραβατισμὸ τὸ κόμμα ἐξουσίας;

Καμμιὰ φορά τὸ ἁπλοϊκὸ «δὲ βαριέσαι» ἐκφράζει καὶ τὸ μεγαλεῖο τῆς ψυχῆς τοῦ λαοῦ μας. Δείχνει ἐπιείκεια, ἀνοχὴ, ὑποχώρηση μπροστὰ στὴν ἀδικὶα ἤ κτηνωδία τοῦ ἄλλου. Δείχνει μεγαθυμία ποὺ ἐκφράζεται μὲ αὐτὸ τὸ λιτὸ λαϊκό σχῆμα, ποὺ παραπέμπει στὸ «Ἄφες αὐτοὺς…» τοῦ σταυρωμένου Χριστοῦ. Δὲν εἶναι ὅμως πάντοτε τὰ πράγματα ἔτσι. Τὶς περισσότερες φορὲς τὸ «δὲ βαριέσαι» ξεγράφει τὰ κοινὰ προβλήματα. Ὅποιος τὸ λέει τρέφεται μὲ τὴν ψευδαίσθηση ὅτι ἔτσι ἐξασφαλίζει τὴν οἰκογενειακὴ καὶ εἰδικὰ τὴν προσωπικὴ του- γαλήνη ἀπὸ τὶς καθημερινὲς δυσκολίες ποὺ ὑψώνονται γύρω του. Δὲν κατανοεῖ ὅτι τὰ προβλήματα αὐτὰ, ἄν δὲν ἀντιμετωπισθοῦν ἐγκαίρως θὰ τορπιλλίσουν αὐτὴ τὴν ποθητὴ του γαλήνη. Ὁ στρουθοκαμηλισμὸς δὲν ἔδωσε ποτὲ λύση σὲ κανένα πρόβλημα. Κι ὅμως, παρὰ τὴν πικρὴ πεῖρα τοῦ παρελθόντος, ὁ Νεοέλληνας τῆς μεταπολιτευτικῆς περιόδου συμπεριφερόταν σὰν τὴν στρουθοκάμηλο. Ὅπως αὐτὴ πιστεύει ὅτι διαφεύγει τὸν κίνδυνο, κρύβοντας τὸ κεφάλι στὸ χῶμα, ἔτσι κι αὐτὸς προσπαθοῦσε νὰ ἀποφύγει τὰ προβλήματα, ἀποστρέφοντας τὸ πρόσωπὸ του ἀπὸ αὐτὰ. Ἀπέφευγε νὰ δεῖ κατὰ πρόσωπο τὴν ἀλήθεια. Ὅταν κάποιοι λέγαμε ὅτι θὰ ξεράσουμε αὐτὰ ποὺ ἀσύστολα τρῶμε, ὅτι θὰ μᾶς βάλουν οἱ δανειστὲς μας «λαιμαριὰ», ὅτι θὰ γίνουμε περίγελως (κοινῶς σούργελο) τῆς Εὐρώπης, γιὰ ὅλα αὐτὰ εἶχε ἕτοιμη τὴν ἀπάντηση: «Δὲ βαριέσαι». Ἀδιαφοροῦσε γιὰ τὸ ὅλο πρόβλημα, γιὰ τὸ ὁποῖο, ὅπως χαρακτηριστικὰ ἔλεγε, «νιώθει ἄσχετος». Αὐτὸς πάντως ἔνιωθε ἐξασφαλισμένος, ἐπειδὴ ἦταν κάπου ἤ κάπως βολεμένος. Ὅσο γιὰ τοὺς ἄλλους; «Δικό τους πρόβλημα». Ἀλλὰ τὸ πρόβλημα τῶν ἄλλων εἶναι πάντα πρόβλημα τοῦ καθενὸς, πρόβλημα ὅλων μας. Ὅταν ἔκλεισε ἡ στρόφιγγα τῶν δανεικῶν, εἴδαμε τὸν «πιατοθραύστη» καὶ τὸν «ἀνθοσκορπιστὴ» στὰ μπουζούκια νυκτόβιο Ἕλληνα νὰ πέφτει ξερός. Ἄρχισαν οἱ κατραπακιὲς νὰ πέφτουν σὰν σφυριές. Τὸ μάγουλό του ἔγινε πεδίο προσγειώσεως σφαλιαρῶν. Καὶ ἀπὸ ποιοὺς παρακαλῶ; Κυρίως ἀπὸ τοὺς Γερμανοὺς ποὺ θὰ μᾶς ζητήσουν ἀποζημίωση γιὰ τὶς σφαῖρες ποὺ ξόδεψαν γιὰ νὰ σκοτώσουν τοὺς συγγενεῖς μας. Προσωπικὰ προτίθεμαι νὰ στείλω στὴν κ. Μέρκελ ἕνα ποσὸ γιὰ τὴ σφαῖρα ποὺ μοῦ προκάλεσε ἕναν ὀδυνηρὸ τραυματισμὸ στὸ ἀριστερὸ πόδι. Δὲν γνωρίζω ὅμως τὸ ἀκριβἐς ποσὸ.

Ἡ παροῦσα κατάσταση δὲν συγχωρεῖ ἄλλα «δὲ βαριέσαι». Διότι θὰ μᾶς βαρέσουν ὅλοι. Ἤδη τὸ πράττουν οἱ Ἀλβανοὶ καὶ οἱ Σκοπιανοί. Τὸ «δὲ βαριέσαι» εἶναι μιὰ ἀρνητικὴ στάση ζωῆς, εἶναι μιὰ αὐτοαποβολὴ ἀπὸ τὴν ἐνασχόληση μὲ τὰ κοινὰ προβλήματα. Τὸν μὴ ἀσχολούμενο μὲ τὰ κοινὰ ὁ Περικλῆς στὸν περίφημο «Ἐπιτάφιο» του ἀποκαλεῖ «οὐκ ἀπράγμονα ἀλλ’ ἀχρεῖον». Ὄχι φιλήσυχο ἀλλὰ ἄχρηστο. Γι’ αὐτὸ καὶ στὸν ἄνθρωπο τῆς «βαρεμάρας» δὲν ταιριάζει ὁ τίτλος τοῦ πολίτη. Ἆραγε, νὰ ὑποθέσουμε ὅτι ἡ τωρινὴ κοινωνία μας γέμισε μὲ τέτοιες μὴ τιμητικὲς περιπτώσεις; Θὰ ἦταν ἀπογοητευτικό. Ἀλλὰ μὲ τὴν ἀπογοήτευση δὲν ξορκίζεται τὸ κακό. Τὸ περίφημο «δαιμόνιο τῆς φυλῆς» δὲν ἀρκεῖ γιὰ νὰ καλύψει ὅλα τὰ ἐλαττώματὰ μας. Οἱ ἐκφράσεις ἀδιαφορίας καὶ ἀμεριμνησίας πρέπει νὰ λείψουν ἀπὸ τὴ ζωὴ μας. Ἄς μὴν ἐλπίζουμε ὅτι κάποια κυβέρνηση θὰ λύσει τὰ προβλήματὰ μας. Οἱ κυβερνήσεις συνήθως λύνουν προβλήματα λίγων, τῶν κοινὰ λεγομένων «ἡμετέρων». Ἡ λύση τῶν προβλημάτων εἶναι εὐθύνη ὅλων μας. Θλίβομαι ποὺ πολλοὶ νέοι φεύγουν γιὰ καλύτερη τύχη στὸ ἐξωτερικό. Χάνουν μιὰ εὐκαιρία σὲ τοῦτο τὸν δύσκολο καιρὸ νὰ δείξουν ἐδῶ τὴν ἀξία τους, νὰ πάρουν αὐτοὶ τὴν τύχη τοῦ τόπου στὰ χέρια τους, ὄχι μὲ τὸ νὰ γίνουν πολιτικοὶ ἀλλὰ μὲ τὸ νὰ γίνουν δημιουργοί. Τὶ βρήκαμε ἕτοιμο ἐμεῖς τὰ παιδιὰ τῆς Κατοχῆς; Κι ἄν πράξαμε κάτι σημαντικό, τοῦτο ὀφείλεται ὅτι κανένα ἀξιόλογο μυαλό δὲν εἶχε φιλοδοξία γιὰ διορισμό στὸ δημόσιο. Ὁ γράφων, ἐνῶ τελείωνε τὸ τὸτε ἑξατάξιο Γυμνάσιο, εἶχε βγάλει ναυτικό φυλλάδιο. Ἀτύχησε ὅμως καὶ μπῆκε στὸ πανεπιστήμιο. Ἴσως σήμερα ἦταν ἐφοπλιστὴς!

www.sarantoskargakos.gr

 

 

 

 

 

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή