Η Ελλάδα έχει κάνει όλα τα πιθανά λάθη στην υπόθεση της Λιβύης: αφού πρώτα, όταν ξεκίνησε ο εμφύλιος στο εσωτερικό αυτής της τάλαινας χώρας τάχθηκε ενάντια στην Τρίπολη –χωρίς να έχει λόγο να πάρει θέση ούτε υπέρ ούτε κατά…- στη συνέχεια υποτίμησε τον ρόλο που θα μπορούσε να παίξει η συγκεκριμένη χώρα και ξεκίνησε ένας φαύλος κύκλος λαθών. Για παράδειγμα, η πρεσβεία είχε προγραμματιστεί να ανοίξει ήδη πριν από το 2018 –μάλιστα, είχε προβεί σε σχετικές συνεννοήσεις ήδη από τότε και νωρίτερα με την Ιταλία για κοινή διπλωματική εκπροσώπηση ο τότε υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Κοτζιάς.
Αυτή την καθυστέρηση η χώρα την «πλήρωσε» με το ότι πιάστηκε εξ απίνης αναφορικά με το τουρκολιβυκό μνημόνιο. Και μετά, τα λάθη συνεχίστηκαν: απελάθηκε με άκομψο τρόπο ο Λίβυος πρέσβης στην Αθήνα και η ελληνική διπλωματία κινήθηκε με απλοϊκό τρόπο και με αναλύσεις καφενείου του τύπου «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου». Κάπως έτσι, βρεθήκαμε να προσφέρουμε έξω από τη «Μεγάλη Βρετανία» υποδοχή… αρχηγού κράτους στον στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ, που υποτίθεται πως ήταν εκείνος που θα νικούσε τον Σάρατζ, ο οποίος είχε συνομολογήσει με τον Ερντογάν το περίφημο τουρκολιβυκό σύμφωνο.
Εν τέλει, τα πράγματα αποδείχθηκαν κάπως σύνθετα, οι δύο πλευρές τα βρήκαν και τώρα η Ελλάδα προσπαθεί να ρίξει γέφυρες στην προσωρινή κυβέρνηση εθνικής ενότητας στη Λιβύη προκειμένου να «ξηλώσει» το τουρκολιβυκό σύμφωνο. Όμως, ενώ εδώ και 10 χρόνια η Ελλάδα τασσόμενη απέναντι στην Λιβύη «άφησε» τη χώρα –όπως και όλη η Ευρώπη- να πέσει στα δίχτυα και στον κύκλο επιρροής της Μόσχας και της Άγκυρας, αυτό που δεν είναι σαφές είναι τί προσφέρει τώρα η Αθήνα στην Τρίπολη για να μεταβάλει στάση –αν υποθέσουμε ότι μπορεί, αφού ο προσωρινός και μεταβατικός λίβυος πρωθυπουργός με τον οποίο συναντήθηκε ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν έχει καμία δικαιοδοσία ούτε να υπογράψει καινούργιες διεθνείς συμφωνίες, ούτε να ανατρέψει τις ήδη συνομολογημένες.
Κάπως έτσι, ο πρωθυπουργός βρέθηκε στην Τρίπολη καλώντας δημοσίως και επισήμως τον μεταβατικό ομόλογό του να ακυρώσει το τουρκολιβυκό σύμφωνο –εμφανίστηκε, δηλαδή, να ζητεί κάτι που ξέρει ότι δεν μπορεί να γίνει και, μάλιστα, χωρίς να προσφέρει κάποιο κίνητρο ή «αντάλλαγμα» γι’ αυτό. Θέμα διεθνούς επιρροής δεν υπάρχει, αφού η Ελλάδα δεν καλείται και δεν συμμετέχει στα διεθνή fora για το Λιβυκό. Θέμα επενδύσεων προφανώς δεν τίθεται. Και ελπίζουμε, συν τοις άλλοις, να μην τίθεται θέμα εμπλοκής ελληνικών στρατευμάτων σε τυχόν ειρηνευτική αποστολή.
Συμπέρασμα: σε ό,τι αφορά στη Λιβύη, η διπλωματία εκ του προχείρου συνεχίζεται…