Χωρίς προηγούμενο

Έχοντας παρακολουθήσει, δημοσιογραφικά ή και ως απλοί πολίτες, τις διαδικασίες εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, από το 1975 ως και το 2015, μπορούμε να βεβαιώσουμε ότι δεν υπάρχει προηγούμενο τέτοιας ακατάσχετης ονοματολογίας και συνακόλουθου ευτελισμού, του ίδιου του θεσμού.
Βέβαια, για να είμαστε απόλυτα ακριβείς και δίκαιοι, μέχρι και τη δεκαετία του `80, η έλλειψη του σημερινού πλουραλισμού, ή του χαοτικού και ανεξέλεγκτου τοπίου, στο διαδίκτυο, καθιστούσε περισσότερο ελεγχόμενη την πληροφόρηση. Χωρίς το ίντερνετ, αλλά και την ιδιωτική τηλεόραση και ραδιοφωνία, με το ραδιοτηλεοπτικό τοπίο στα ασφυκτικά όρια του κρατικού μονοπωλίου, η μοναδική πραγματική πηγή πλουραλιστικής ενημέρωσης, ήταν ο έντυπος λόγος.
Ο οποίος όμως, πρέπει να το πούμε, διαδραμάτισε το ρόλο του με τον καλύτερο τρόπο, με την πληθώρα εφημερίδων, αλλά και περιοδικών, που κυκλοφορούσαν τότε, καλύπτοντας στο μέτρο του δυνατού, την ένδεια στο πεδίο των ηλεκτρονικών μέσων. Υπήρχε όμως, ίσως και λόγω του γενικότερου κλίματος, μια άλλη κουλτούρα, άλλη κλίμακα αξιών, αίσθησης καθήκοντος, αλλά και επιπέδου άσκησης του δημοσιογραφικού έργου. Θα ήταν αδιανόητο, σε εκείνες τις εποχές, να παρατίθενται στοιχεία, στα σχετικά ρεπορτάζ, που δεν έχουν ελεγχθεί και διασταυρωθεί, όπως κατά κόρον συμβαίνει σήμερα. Αλλά και οι πολιτικοί ταγοί της εποχής, πέραν του ότι πολλοί εξ αυτών δεν έτρεφαν τα φιλικότερα των αισθημάτων προς τον τύπο, ήταν πολύ προσεκτικοί, αλλά και επιλεκτικοί στις διαρροές, αλλά και τις προσωπικές τους σχέσεις, στα μέσα ενημέρωσης.
Όλοι γνωρίζουμε, επί παραδείγματι, ότι και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, αλλά και ο Ανδρέας Παπανδρέου, διέθεταν έναν πολύ στενό κύκλο εμπίστων, στο χώρο της δημοσιογραφίας, έχοντας τη βεβαιότητα ότι θα τηρούσαν τον όρο της εμπιστευτικότητας, όταν τους ζητούνταν.
Ήταν βέβαια και λίγο προβλέψιμα τα πράγματα στην αρχή της λειτουργίας, του νέου πολιτεύματος. Κανείς δεν αιφνιδιάστηκε, επί παραδείγματι, στο άκουσμα του ονόματος του Κωνσταντίνου Τσάτσου, ως πρώτου Προέδρου της Δημοκρατίας, με πλήρη θητεία, το 1975. Ακόμη λιγότεροι, με τη μετακίνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, από το Μέγαρο Μαξίμου, στο διπλανό κτίριο της Προεδρίας. Και η «κουτσή Μαρία» είχε αντιληφθεί, πως το καθεστώς υπεραυξημένων αρμοδιοτήτων, που ο Καραμανλής επέβαλε, παραβλέποντας τις σφοδρές αντιδράσεις σύσσωμης της τότε αντιπολίτευσης, για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, αποτελούσε «πρόβα νυφικού», για τη δική του μεταπήδηση, στο ύπατο πολιτειακό αξίωμα.
Αντίστροφα, όλοι αιφνιδιάστηκαν το 1985, όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου προχωρούσε στην αποκληθείσα «ρήξη», με την, ιδιαίτερου συμβολισμού, επιλογή του Χρήστου Σαρτζετάκη. Οι πάντες, πλην των ελάχιστων «μυημένων», είχαν προεξοφλήσει την επανεκλογή του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Αποδείχθηκε ότι είχαν ερμηνεύσει λάθος τους «χρησμούς». Ας το έχουμε υπόψη….
Σχετικά Άρθρα
Δείτε επίσης