Στην καλύτερη περίπτωση, μια χαμένη ευκαιρία. Στη χειρότερη ένα χειροπιαστό φιάσκο. Η κορυφαία στιγμή της επίσκεψης του πρωθυπουργού στις ΗΠΑ – η συνάντηση με τον πρόεδρο Τραμπ, γιατί αυτός ήταν ο σκοπός του ταξιδιού, και όχι ο αγώνας μπάσκετ ή τα Θεοφάνια στη Φλόριντα -, δεν στέφθηκε με επιτυχία. Όσο χαμηλά και να βάλει κανείς τον πήχη, η εξίσωση δεν βγαίνει. Και φυσικά αυτό δεν αφορά την ισοπεδωτική, εκ των πραγμάτων, συνέντευξη Τύπου όπου ο Τραμπ (όπως ήταν απολύτως αναμενόμενο) κατακλύστηκε από τις ερωτήσεις των διαπιστευμένων δημοσιογράφων του Λευκού Οίκου σχετικά με Ιράν, κρίση σε Μέση Ανατολή, κλπ.
Αφορά το ότι δημοσίως δεν υπήρξε καμία στήριξη από την Ουάσινγκτον σε σχέση με τα κρίσιμα της Αθήνας: αγωγός EastMed, τουρκική επιθετικότητα – ενδεικτικό ότι ο Τραμπ δεν καταδίκασε την τουρκική προκλητικότητα, μιλώντας μάλιστα για τον “φίλο Ερντογάν”!
Δεν είναι όμως μόνο αυτό το συστατικό της “στυφής” γεύσης που άφησε η συνάντηση με τον αμερικανό πρόεδρο. Ήταν κυρίως το γεγονός ότι Έλληνας πρωθυπουργός έσπευσε να διατρανώσει το ελληνικό ενδιαφέρον για ένα πανάκριβο όσο και αμφιλεγόμενο (σύμφωνα με τους ειδικούς) ακατάλληλο για την ελληνική στρατηγική, μαχητικό αεροσκάφος: “ενδιαφερόμαστε πολύ να λάβουμε μέρος στο πρόγραμμα των F-35”. Αυτή η προκαταβολική εκδήλωση ενδιαφέροντος και μάλιστα δημόσια, είναι μάλλον προβληματική. Αυτό σε συνδυασμό με το ότι δεν υπήρξε καν κοινή γραπτή δήλωση των δύο ανδρών μετά από τη συνάντησή τους και ότι ο Πρωθυπουργός περιορίστηκε σε… άτυπη ενημέρωση των δημοσιογράφων για να εκφράσει την “ικανοποίησή” του, διαμορφώνουν μια δυσοίωνη, για τα συμφέροντα του τόπου, εικόνα. Μια διαπίστωση που δεν είναι αντιπολιτευτικό διακύβευμα αλλά αφορά συνολικά το μέλλον της πατρίδας.