Δεν χρειάζεται πολλή φιλοσοφία, ούτε ιδιαίτερα επιχειρήματα προς τεκμηρίωση ο ισχυρισμός πως βασικό χαρακτηριστικό μίας επιτυχημένης διπλωματίας είναι να προβλέπει και να προλαμβάνει καταστάσεις.
Στην περίπτωση της Αγίας Σοφίας, όμως, έγινε το ακριβώς αντίθετο: για μία ακόμη φορά, η ελληνική διπλωματία –και εν γένει η κυβέρνηση- πιάστηκαν στον ύπνο, με το ρεπορτάζ να επιμένει πως η βασική εκτίμηση της Αθήνας ήταν πως ο Ταγίπ Ερντογάν είτε δε θα τολμούσε να μετατρέψει την Αγία Σοφία σε τζαμί, είτε θα ροκάνιζε τον χρόνο κλωτσώντας το τενεκεδάκι ολοένα και πιο κάτω.
Έλα, όμως, που για μία ακόμη φορά, ο Ερντογάν κάνει ακριβώς αυτό που έχει προαναγγείλει: όπως έκανε στην κυπριακή ΑΟΖ, στη Συρία και στη Λιβύη, αλλά και όπως έχει προαναγγείλει αναφορικά με την περιοχή που καλύπτεται από το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο.
Θεωρητικά, θα περίμενε κανείς η Ελλάδα να είχε προετοιμάσει ένα «μπουκέτο» αντιδράσεων, προκειμένου να αντιδράσει στην βεβήλωση του εμβληματικού συμβόλου της ορθοδοξίας.
Κι όμως, για μία ακόμη φορά, όπως με την περίπτωση του τουρκολιβυκού συμφώνου και της διαρκούς αποδυνάμωσης του Χάφταρ στα μέτωπα του λιβυκού εμφυλίου, η Ελλάδ αεμφανίστηκε ασθμαίνουσα, να τρέχει πίσω από τις εξελίξεις, προσπαθώντας να τις προλάβει.
Και το χειρότερο όλων δεν είναι πως η Αθήνα δεν κατάφερε να αποκωδικοποιήσει σωστά τα δείγματα, αλλά πως ακόμη και τώρα, η κυβέρνηση εμφανίζεται ως «ουρά» των γεγονότων αφενός, χωρίς ισχυρή διεθνή παρέμβαση αφετέρου. Είναι χαρακτηριστικό πως προχθές, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε πως θα αναλάβει πρωτοβουλίες «για την διεθνοποίηση» του θέματος. Και πριν αλέκτορα φωνήσαι, Λονδίνο, Βερολίνο και Μόσχα δήλωσαν ότι πρόκειται για… «εσωτερικό θέμα της Τουρκίας». Σαν να μην έφτανε αυτό, η επίσημη ενημέρωση από την συνεδρίαση του συμβουλίου υπουργών Εξωτερικών Υποθέσεων της Ε.Ε. ήθελε το θέμα της Αγίας Σοφίας να μην είναι στην επίσημη ατζέντα, ενώ ταυτοχρόνως η κυβέρνηση τρέχει τώρα –δίχως να έχει κάνει καμία προετοιμασία- να διεκδικήσει με καθυστέρηση σχεδόν ενός έτους, την επιβολή κυρώσεων από την Ε.Ε. προς την Τουρκία.
Η στήλη μπαίνει στον πειρασμό να σκεφτεί τί θα γινόταν αν αυτά είχαν γίνει επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Αν τότε, δηλαδή, για τα ΜΜΕ θα έφταιγε μόνο «ο μεγαλομανής Ερντογάν» ή και η διπλωματική ανεπάρκεια της κυβέρνησης. Αλλά, παρά τον ισχυρό πειρασμό, το άρθρο θα τελειώσει εδώ. Γιατί όσα συμβαίνουν στην Τουρκία, όπως και η αδυναμία της ελληνικής κυβέρνησης να «διαβάσει» και να προβλέψει τις εξελίξεις, είναι πολύ σοβαρά για να ασχολούμαστε με το πόσο σιγοντάρουν τα ΜΜΕ τον Κυριάκο Μητσοτάκη.