Αποκάλυψη τα εκατομμύρια του Παπασταύρου φίλου του Σαμαρά

προσπάθησαν να γλιτώσουν οι 2 εισαγγελείς
Καταλυτική παρέμβαση της κ. Θάνου υπέρ του Παπαγγελόπουλου
Από την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων ψήφισαν το μανιφέστο, εναντίον της φοροδιαφυγής τα 14 από τα 15 μέλη του Δ.Σ. Ένας μόνο δεν ψήφισε, ο φίλος του Μπάμπη και άνθρωπος του Σαμαρά
ΤΟ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ-ΦΩΤΙΑ που εξέδωσε χθες η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, πρόκειται για τη μεγάλη δικαστική ένωση που περιλαμβάνει δικαστές και εισαγγελείς, αποτελεί κόλαφο για τους προστάτες των φοροφυγάδων και των μιζαδόρων που ξέπλεναν και φυγάδευαν τεράστια ποσά στο εξωτερικό, ενώ σηματοδοτεί και τη νέα εποχή στη Δικαιοσύνη, που δείχνει πλέον αποφασισμένη να βάλει το μαχαίρι στο κόκκαλο και να τσακίσει το παλιό αμαρτωλό σύστημα που έφερε τη χώρα στη σημερινή κατάσταση χρεοκοπίας.
Η συντριπτική πλειοψηφία των δικαστών με μια μόνο εξαίρεση, μέσα από ένα κείμενο σταθμό κατακεραύνωσε τους θύλακες του παλιού συστήματος, οι οποίοι στην εναγώνια προσπάθειά τους να διασώσουν το δεξί χέρι του Αντώνη Σαμαρά, Σταύρο Παπασταύρου, που βρέθηκε με λογαριασμούς 5,5 εκατομμυρίων ευρώ σε ελβετική τράπεζα, με άγνωστους τους τελικούς παραλήπτες, επιχείρησαν με πραξικοπηματικό τρόπο να υπονομεύσουν το νέο νόμο που προβλέπει ότι μπορούν να αξιοποιηθούν από τη Δικαιοσύνη, ως αποδεικτικά μέσα, στοιχεία τα οποία αποκτήθηκαν ακόμη και με μη νόμιμα μέσα.
Ενωμένοι και αποφασισμένοι εισαγγελείς, δικαστές, η πρόεδρος του Αρείου Πάγου, Βασιλική Θάνου, και η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης, προχωρούν με τολμηρά βήματα στη διερεύνηση του γιγαντιαίου σκανδάλου, με τις λίστες των φοροφυγάδων, των μιζαδόρων και των τρωκτικών του δημοσίου που περιλαμβάνουν κινήσεις λογαριασμών πολλών δισεκατομμυρίων τα οποία φυγάδευσαν σε ελβετικές τράπεζες.
Το πραξικόπημα που επιχείρησαν οι εισαγγελείς Ζημιανίτης και Τζαβέλλας, κατέληξε σε φιάσκο, κινητοποιώντας όλους τους δικαστές και τους εισαγγελείς σε ένα κοινό μέτωπο που έχει ένα και μοναδικό στόχο την παραπομπή στη Δικαιοσύνη των φοροφυγάδων και των μιζαδόρων πολιτικών που ευθύνονται για τη σημερινή κατάντια της χώρας, τη φτώχεια, την ανεργία και την εξαθλίωση του ελληνικού λαού.
Το ολίσθημα του προέδρου της Ένωσης Εισαγγελέων Τζαβέλλα και του Γενικού Γραμματέα Ζημιανίτη, στηλιτεύτηκε από το σύνολο των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων με μια και μοναδική εξαίρεση: Έναν δικαστή το όνομα του οποίου αρχίζει από Λ, στενού συνεργάτη του πρώην υπουργού Δικαιοσύνης Χαράλαμπου Αθανασίου και προσωπικού φίλου του Αντώνη Σαμαρά.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι δύο από τα μέλη του Δ.Σ. της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων εξέδωσαν δική τους πιο σκληρή ανακοίνωση στηλιτεύοντας τους θύλακες της διαπλοκής στη Δικαιοσύνη που επιχειρούν να προστατεύσουν φοροφυγάδες και μιζαδόρους.
Η αποφασιστικότητα των δικαστών σε συνδυασμό με το νέο νόμο, αναμένεται να οδηγήσουν στη Δικαιοσύνη χιλιάδες φοροφυγάδες. Παράλληλα, μέσα από την κίνηση των λογαριασμών που έχει στα χέρια της η Δικαιοσύνη θα εντοπισθούν οι τελικοί αποδέκτες των μαύρων λογαριασμών, δηλαδή οι επίορκοι πολιτικοί που ξέπλεναν τις μίζες με λογαριασμούς παρένθετων προσώπων. Στην κατεύθυνση αυτή αναμένονται και μάλιστα πολύ σύντομα οι πρώτες προφυλακίσεις μεγαλόσχημων παραγόντων που συνδέονται άμεσα με το λεγόμενο σύστημα Σαμαρά.
Η ανακοίνωση
Τις τελευταίες ημέρες, παρακολουθούμε, να αναπτύσσεται διάλογος, άνευ λόγου, επί της προσφάτως ψηφισθείσας διάταξης του άρθρου 65 του Ν. 4356/2015, σύμφωνα με την οποία, υπό τους όρους και τις εγγυήσεις που τίθενται σ’ αυτήν, οι Οικονομικοί Εισαγγελείς και τα Δικαστήρια θα δύνανται να λαμβάνουν υπόψη ακόμη και αποδεικτικά στοιχεία, που δεν έχουν συλλεχθεί με νόμιμο τρόπο, εφόσον πρόκειται για την αποκάλυψη και διαλεύκανση σοβαρών κακουργημάτων (κακουργηματική φοροδιαφυγή, «μαύρο χρήμα», κακουργηματικές περιπτώσεις διαφθοράς σε βάρος της περιουσίας του Ελληνικού Δημοσίου κλπ.). Άλλωστε, η άρση της απαγόρευσης της χρήσης στην ποινική δίκη των μη νομίμως κτηθέντων αποδεικτικών μέσων, ακόμη και μετά τη σχετική τροποποίηση, που επέφερε ο Ν. 3674/2008 στην παρ.2 του άρθρου 177 ΚΠΔ, τελούσε, ανέκαθεν, νομολογιακά, υπό διερεύνηση, κάθε φορά, που ετίθετο ζήτημα προστασίας υπέρτερης συνταγματικής αξίας εννόμων αγαθών και με βάση την αρχή ότι ο τυπικός νόμος, εν προκειμένω η διάταξη του άρθρου 177 παρ.2 ΚΠΔ (και πριν ακόμη την ψήφιση του άνω άρθρου 65 Ν. 4356/2015) δεν δύναται να κατισχύσει του Συντάγματος, εφαρμοζόμενης πάντοτε της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας (πρβλ. ΟλΑΠ 1/2001, που επικαλείται σε ανάλογες περιπτώσεις η νομολογία των Δικαστηρίων και μετά το Ν. 3674/2008). Μία εκ των ανακοινώσεων, που ακολούθησαν της ψήφισης της άνω διάταξης νόμου, και δη του Προέδρου και του Γενικού Γραμματέα της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος, είχε ως επακόλουθο, τις παραιτήσεις από τη θέση των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης αυτής πέντε εξαίρετων Εισαγγελικών Λειτουργών, λόγω διαφωνίας τους.
Με αφορμή τα ανωτέρω η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων και συγκεκριμένα οι κάτωθι υπογράφοντες, δώδεκα εκ του συνόλου των δεκαπέντε μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, επισημαίνουν τα ακόλουθα:
Η έξαρση του ποινικού αδικήματος της φοροδιαφυγής αλλά και άλλων μορφών οικονομικής εγκληματικότητας, κατά τα προηγούμενα έτη, σε συνδυασμό με τη διαφθορά σε νευραλγικούς ελεγκτικούς μηχανισμούς του Κράτους, αποτέλεσαν μία από τις σημαντικότερες αιτίες, που οδήγησαν στην οικονομική κατάρρευση της Χώρας και παράλληλα, όπως καταγγέλλεται δημοσίως, στον παράνομο πλουτισμό μερίδας πολιτών, που «φυγάδευσαν» τον παράνομο αυτό πλουτισμό τους εκτός των ελληνικών συνόρων.
Σε μία χώρα, που έχει περιπέσει σε οικονομικό μαρασμό, στην οποία, καθημερινά, τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα συρρικνώνονται, η ανεργία καλπάζει, τα δάνεια «κοκκινίζουν», οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις κλείνουν, οι άστεγοι αυξάνονται και ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού αδυνατούν να προμηθεύονται ακόμη και τα αναγκαία φάρμακα για την υγεία τους, ενώ μισθωτοί και συνταξιούχοι υφίστανται τέτοιες μειώσεις μισθών και συντάξεων που δεν εξασφαλίζουν πλέον την αξιοπρεπή διαβίωσή τους, η εκτελεστική εξουσία έχει θεσμική υποχρέωση να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες για τη δημιουργία του αναγκαίου νομοθετικού πλαισίου προς αποκάλυψη και πάταξη της διαφθοράς, σύμφωνα, βεβαίως, πάντοτε προς τις επιταγές του Συντάγματος και τις αρχές του Κράτους Δικαίου, η, δε, νομοθετική εξουσία να τις υιοθετεί, ώστε να δύνανται οι Δικαστικοί και Εισαγγελικοί Λειτουργοί να επιτελούν αποτελεσματικά το έργο τους, δεδομένου ότι οι τελευταίοι είναι εφαρμοστές και μόνο του νόμου.
Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων ανέκαθεν αγωνιζόταν προς την κατεύθυνση της ανάληψης τέτοιων νομοθετικών πρωτοβουλιών, που δεν θα εξυπηρετούν τη συγκάλυψη της διαφθοράς αλλά θα διευκολύνουν το έργο των Δικαστικών Αρχών.
Ειδικότερα, δε, ως προς την προαναφερόμενη διάταξη, οφείλουμε να επισημάνουμε, ότι οι προϋποθέσεις, που τάσσει ο νομοθέτης, η συνδρομή των οποίων (προϋποθέσεων) θα κρίνεται, τελικά, κατά περίπτωση, από τους αρμόδιους Δικαστικούς ή Εισαγγελικούς Λειτουργούς, παρέχουν πλήρως τις εγγυήσεις, ώστε οι τελευταίοι, χωρίς εκπτώσεις στην προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων τυχόν υπόπτων ή κατηγορουμένων, να συμβάλλουν, ως Λειτουργοί της Πολιτείας, στην εξάλειψη της φοροδιαφυγής, καθώς και στην πάταξη των φαινομένων της διαφθοράς και της διασπάθισης του δημοσίου χρήματος, πάντοτε με γνώμονα την προάσπιση του συμφέροντος των δοκιμαζόμενων Ελλήνων πολιτών.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Στενιώτη Μαργαρίτα, Εφέτης.
ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ – ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΣ ΤΥΠΟΥ: Μαυρίδης Χαράλαμπος,Εφέτης.
ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κασαλιάς Ευάγγελος, Αντεισαγγελέας Εφετών.
ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Βουλγαρίδης Κωνσταντίνος, Πρόεδρος Πρωτοδικών.
ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Παπαδήμας Χρήστος, Πρωτοδίκης.
ΤΑΜΙΑΣ: Γκαρά – Δημουλέα Σταματία, Ειρηνοδίκης.
ΜΕΛΗ: Θάνου – Χριστοφίλου Βασιλική, Πρόεδρος του Αρείου Πάγου.
Ευστρατιάδης Γεώργιος, Εφέτης.
Σαλάτας Νικόλαος, Εφέτης.
Πάπαρη Βαρβάρα, Εφέτης.
Βλάχος Δημοσθένης, Εφέτης.
Σιμιτσή – Βετούλα Μαρία, Εφέτης.
Καταλυτική παρέμβαση της κ. Θάνου υπέρ Παπαγγελόπουλου
Σαφη θεση υπέρ του υπουργού κατά της Διαφθοράς Δημήτρη Παπαγγελόπουλου στην κόντρα που έχει ξεσπάσει με τους εισαγγελείς κ.κ. Ζημιανίτη και Τζαβέλλα σχετικά με τη δικαστική χρήση αποδεικτικών μέσων (λίστες φοροφυγάδων, κ.λπ.) που αποκτήθηκαν με παράνομο τρόπο έλαβε η πρόεδρος του Αρείου Πάγου, κ. Βασιλική Θάνου με μια καταλυτική παρέμβαση.
Η ανώτατη εισαγγελική λειτουργός ουσιαστικά «άδειασε» τους συναδέλφους της -όπως και το σύνολο σχεδόν των εισαγγελέων- και τάχθηκε στο πλευρό του Παπαγγελόπουλου, υπερτονίζοντας την ορθότητα της πρόσφατα ψηφισθείσας διάταξης που επιτρέπει την αξιοποίηση των στοιχείων από τις λίστες στο πλαίσιο καταπολέμησης της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής.
«Προσωπική μου άποψη είναι ότι ορθώς ψηφίστηκε η διάταξη με την οποία επιτρέπεται η αποδεικτική αξιοποίηση στοιχείων που έχουν συλλέγει με μη νόμιμο τρόπο», δήλωσε με παρρησία η τέως Πρωθυπουργός.
Στη συνέχεια αιτιολόγησε το σκεπτικό της, εξηγώντας ότι το ορίζει με σαφήνεια ο νόμος. «Ως προς το επιστημονικό ζήτημα που προέκυψε και αποτέλεσε και την αιτία διαφωνίας των 5 μελών του διοικητικού συμβουλίου που παραιτήθηκαν, θέλω να επισημάνω ότι μέχρι το 2008 η διάταξη που ίσχυε προέβλεπε ότι επί πάσης φύσεως κακουργημάτων μπορεί να γίνει χρήση και των παρανόμως κτηθέντων αποδεικτικών μέσων» είπε και πρόσθεσε πως «η νομολογία του Αρείου Πάγου αναγνωρίζει και μετά τη διάταξη αυτή, την τροποποίηση του 2008 ότι όταν πρόκειται για υπέρτερο έννομο αγαθό τότε εξαιρείται και λαμβάνονται υπόψη τα παρανόμως κτηθέντα μέσα. Υπάρχουν ειδικές προϋποθέσεις οι οποίες διασφαλίζουν και τα άλλα συνταγματικά δικαιώματα».
Για την πορεία των ελέγχων στις διάφορες λίστες η Βασιλική Θάνου τόνισε με νόημα ότι «οι δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί λειτουργούν σύμφωνα με το νόμο. Πρέπει επιτέλους να μπορέσουν να ελεγχθούν μερικά πράγματα. Οι έρευνες θα συνεχιστούν. Θα πρέπει να υπάρξει βοήθεια και από τεχνικούς συμβούλους. Θεωρώ ότι σε σύντομο χρόνο θα υπάρξει αποτέλεσμα. Υπάρχει ταχύτερος ρυθμός για την προώθηση όλων των υποθέσεων. Οι πολίτες αναμένουν από τη δικαιοσύνη να υπάρξει αποκάλυψη και τιμωρία όλων των ενόχων».
Η ανακοίνωση των αδελφών Σεβαστίδη
Οι δυο δικαστες, οι αδερφοί Σεβαστίδη, έξεδωσαν δική τους πιο σκληρή ανακοίνωση από εκείνη της Ενωσης Εισαγγελέων και είναι η εξής: Στην πρόσφατη ανακοίνωσή της η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδας τοποθετήθηκε σε σχέση με το άρθρο 65 του ν. 4356/2015, που επιτρέπει κατ’ αρχήν την αποδεικτική αξιοποίηση στοιχείων που δεν έχουν συλλεγεί με νόμιμο τρόπο. Η ανακοίνωση αυτή δίχασε το ίδιο το Δ.Σ., με τις παραιτήσεις 5 εκ των 9 μελών του, γεγονός πρωτοφανές – που ωστόσο δεν μπορεί να σχολιαστεί παραπάνω από εμάς αφού αφορά τα interna corporis της φίλης Δικαστικής Ένωσης – και στάθηκε αφορμή τόσο για θετική κριτική από τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, όσο και για αρνητικά σχόλια από τον Υπουργό και τον Αναπληρωτή Υπουργό Δικαιοσύνης.
Οι επιφυλάξεις που διατυπώνονται στην Ανακοίνωση, ιδίως ως προς τη συμβατότητα της νέας διάταξης με το άρθρο 19 παρ. 3 του Συντάγματος, είναι εύλογες και σαφώς γεννούν προβληματισμό σε νομικό επίπεδο. Δεν μπορεί επίσης κανείς παρά να αναγνωρίσει την ευαισθησία και το ενδιαφέρον της Ένωσης Εισαγγελέων, όπως και των άλλων Δικαστικών Ενώσεων, για ζητήματα που άπτονται των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών.
Διερωτόμαστε ωστόσο: 1ον) Πόσες άλλες φορές την τελευταία πενταετία αμφισβήτησε τόσο κατηγορηματικά η Ένωση Εισαγγελέων τη συνταγματική ορθότητα νομικών επιλογών και κυβερνητικών πρακτικών; Τι θέση πήρε στις κάθε είδους μισθολογικές και συνταξιοδοτικές αναδρομικές περικοπές που εκ των υστέρων κρίθηκαν αντισυνταγματικές από τα Δικαστήρια; Στα χαράτσια που επιβάλλονταν μέσω λογαριασμών της ΔΕΗ; Κατά πόσο η συρρίκνωση ασφαλιστικών και εργασιακών δικαιωμάτων και η ποινικοποίηση της άσκησης του συνταγματικού δικαιώματος της απεργίας απασχόλησαν την Ένωση; Ποια η θέση της για την ασυλία που παρείχαν νομοθετικές διατάξεις σε συγκεκριμένες κατηγορίες επιχειρηματιών και δημοσίων λειτουργών; Διαμαρτύρεται σήμερα -και δικαιολογημένα- διότι «τροποποιούνται τα κείμενα των κωδίκων με άσχετα νομοθετήματα, χωρίς την απαιτούμενη συστηματική και δογματική επεξεργασία». Δεν θυμόμαστε όμως να έλαβε θέση στην εδώ και καιρό «συστηματική» κατάθεση Πράξεων Νομοθετικών Περιεχομένου που έχουν υποκαταστήσει την ουσιαστική κοινοβουλευτική συζήτηση κατά προφανή παραβίαση του άρθρου 44 παρ. 1 του Συντάγματος που απαιτεί «έκτακτες περιπτώσεις εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης».
2ον) Η ευθυγράμμιση ή μη της επίμαχης διάταξης με διατάξεις του Συντάγματος ή με άλλες υπερνομοθετικής ισχύος ρυθμίσεις της κοινοτικής νομοθεσίας ή του Διεθνούς Δικαίου θα κριθεί οπωσδήποτε από τα Δικαστήρια. Δεν νομίζουμε ότι συνέτρεχε κανένας λόγος να τοποθετηθεί προκαταβολικά η Ένωση Εισαγγελέων προεξοφλώντας την τύχη της. Πολύ περισσότερο μάλιστα που παρέχει ένα όπλο -το μοναδικό πολλές φορές- στα χέρια των Εισαγγελέων του οικονομικού εγκλήματος, να αποκαλύψουν υποθέσεις μεγάλης διαφθοράς, να στοιχειοθετήσουν κατηγορίες και να υποχρεώσουν τους υπαίτιους να λογοδοτήσουν.
Χριστόφορος Σεβαστίδης, Δ.Ν. Πρόεδρος Πρωτοδικών.
Χαράλαμπος Σεβαστίδης, Πρόεδρος Πρωτοδικών
Μέλη του Δ.Σ. της ΕΔΕ.
Σχετικά Άρθρα
Δείτε επίσης