Από την πανώλη στον κορωνοϊό

Του Χρήστος Η. Χαλαζιά

Υπάρχει πάντα μια συσχέτιση ανάμεσα σε γεννήσεις και θανάτους. Όλο το διάστημα μέχρι τη Γαλλική επανάσταση και οι δυο παράγοντες κυμαίνονται γύρω από το ίδιο ποσοστό: 40%. Ό,τι πρόσθετε η ζωή το αφαιρούσε ο θάνατος.

Βραχυπρόθεσμα, πίστωση και χρέωση συμβάδιζαν έτσι ώστε όταν η μια ανέβαινε η άλλη αντιδρούσε. Υποτίθεται πως το 1451 η βουβωνική πανώλη είχε 21.000 θύματα και το 1452 τελικά 4.000 γάμοι. Ακόμα και αν όπως φαίνεται από όλες τις σχετικές ενδείξεις, οι αριθμοί είναι υπερβολικοί, η αντιστάθμιση είναι φανερή.

Όταν η αποκατάσταση της ισορροπίας δεν γινόταν αρκετά γρήγορα, επενέβαιναν οι αρχές. Η Βενετία, η οποία συνήθως ήταν αυστηρά κλειστή στους ξένους, ψήφισε το 1348, μετά από τη φοβερή επιδημία του Μαύρου Θανάτου, ένα φιλελεύθερο διάταγμα που πολιτογραφούσε οποιονδήποτε θα ερχόταν να εγκατασταθεί εκεί με την οικογένεια του και την περιουσία του κατά τη διάρκεια ενός χρόνου. Θα πρέπει να προστεθεί ότι γενικά οι πόλεις επιζούσαν μόνο χάρη στην εισροή νέου αίματος από’ έξω. Συνήθως, όμως, οι άνθρωποι προσέρχονταν με τη θέλησή τους.

Έτσι, βραχυπρόθεσμα, αυξήσεις και μειώσεις αλληλοδιαδέχονται και αντιστάθμιζαν η μια την άλλη. Αυτό προκύπτει μέχρι τον 18ο αιώνα από τις κυματοειδείς διπλές καμπύλες γεννήσεων και θανάτων σε όλο τον πλανήτη. Όταν χρειαζόταν, οι επιδημίες γρήγορα αποδεκάτιζαν τα μικρά παιδιά και όλοι γίνονταν ευάλωτοι καθώς τα μέσα ήταν περιορισμένα. Οι φτωχοί ήταν πάντα τα πρώτα θύματα και, στους αιώνες αυτούς, σημειώθηκαν αναρίθμητες «κοινωνικές σφαγές». Το 1483 στο Κρεπύ κοντά στα Σανλίν «το ένα τρίτο του αστικού πληθυσμού ζητιανεύει στην ύπαιθρο και οι ηλικιωμένοι πεθαίνουν μεσ’ τη φτώχεια κάθε μέρα».

Η ζωή άρχισε να έχει το προβάδισμα μόνο το 18ο αιώνα και μετά να ξεπερνά κανονικά τους θανάτους. Μια αντίστροφη κίνηση ήταν, όμως πάντα δυνατή όπως το 1772 – 1773 και κατά τη διάρκεια της κρίσης μεταξύ 1779 και 1783 στη Γαλλία. Αυτά τα ξαφνικά ξεσπάσματα έδειχναν τον ανασφαλή χαρακτήρα μιας βελτίωσης που ήρθε καθυστερημένα και κρεμόταν πάντα από την επικίνδυνη ισορροπία μεταξύ της ζήτησης τροφίμων και των δυνατοτήτων παραγωγής.

Η εμφάνιση στον σύγχρονο κόσμο λιμού ήταν τόσο συχνή επί αιώνες ώστε ενσωματώθηκε τελικά στον ανθρώπινο βιολογικό κύκλο και αποτέλεσε παράγοντα της καθημερινής ζωής. Η ακρίβεια και η φτώχεια ήταν πάντα παρούσες και κάτι το γνωστό ακόμα και στην Ευρώπη παρά την προνομιακή της κατάσταση. Μερικοί χορτάτοι πλούσιοι δεν αλλάζουν τον κανόνα και ούτε τα πράγματα μπορούσαν να είναι διαφορετικά. Η απόδοση δημητριακών ήταν χαμηλή. Δυο συνεχείς κακές συγκομιδές σήμαιναν καταστροφή. Ίσως λόγω κλίματος, τέτοιες καταστροφές μπορούσαν να είναι ανεκτές στο Δυτικό κόσμο. Στη Μόσχα όμως με το άγριο, ακατάστατο κλίμα της ή στην Ινδία η οποία έπρεπε να προμηθευτεί τρόφιμα από πολύ μακριά καθώς η δική της παραγωγή δεν έφτανε να θρέψει τον κόσμο ή στην Κίνα όπου πλημμύρες και ξηρασίες έμοιαζαν με καταστροφές της αποκαλύψεως, δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο. Παρ’ όλα αυτά, τα καινούργια είδη με τη θαυμαστή απόδοση – καλαμπόκι και πατάτες – άργησαν πολύ να καλλιεργούνται εντατικά στην Ευρώπη. Παρ’ όλο που το καλαμπόκι έφτασε στην Πορτογαλία και τη Βισκάγια το 16ο αιώνα, στη Βενετία εμφανίστηκε μόνο το 17ο . Ενώ η καλλιέργεια του άρχισε στις πεδιάδες της Γκασκώνης το τέλος του 17ου αιώνα, στις επαρχίες του Δούναβη άρχισε μόνο το 19ο αιώνα. Αν εξαιρέσουμε την επιτυχία που πολύ νωρίς γνώρισε η πατάτα στην Ιρλανδία και τη Γερμανία, το είδος αυτό βρίσκεται σχεδόν έξω από τα χρονικά όρια της μελέτης αυτής. Πριν από το 1770 μόλις είχε εμφανιστεί στη Βουργουνδία, όπου ήταν γνωστή ως τρούφα: «στις παραμονές της Γαλλικής Επανάστασης είχε μια εντόπια διάδοση».

Γι’ αυτούς τους λόγους, ο λιμός εξαφανίστηκε από τη Δύση μόλις προς το τέλος του 18ου αιώνα ή ακόμα αργότερα. Κάθε φορά που οι καιρικές συνθήκες ήταν αντίξοες, ολόκληροι πληθυσμοί μπορούσαν και πάλι «να βρεθούν αντιμέτωποι με το αναπόφευκτο». Μια χώρα με τα πλεονεκτήματά της, όπως η Γαλλία λέγεται ότι υπέστη από τον 10ο αιώνα έως τον 18ο 99 λιμούς.
Το 18ο αιώνα τα πράγματα είχαν πολύ βελτιωθεί αν και η πανώλη του 1720 στη Μασσαλία έκανε θραύση. Σύμφωνα με ένα ιστορικό στοιχείο ο μισός πληθυσμός υπέκυψε και οι δρόμοι ήταν γεμάτοι «πτώματα σε αποσύνθεση, βορά των σκυλιών».

Ασθένειες εμφανίζονται και είτε γίνονται ενδημικές είτε υποχωρούσαν. Τέτοια ήταν η περίπτωση της λέπρας η οποία κατανικήθηκε στην Ευρώπη του 14ου ή 15ου αιώνα από τα δρακόντεια μέτρα απομόνωσης των ασθενών. Το ίδιο συνέβη και με την πανώλη η οποία εξαφανίστηκε το 18ο αιώνα όταν η Δύση κατέκτησε την προνομιακή της θέση και με τη χολέρα το 19ο αιώνα και με τη φυματίωση και τη σύφιλη οι οποίες σήμερα είναι σε ύφεση χάρη στα θαυματουργά αντιβιοτικά. Βέβαια δεν μπορεί κανείς να κάνει προβλέψεις για το μέλλον και το πότε θα καταπολεμηθεί η νέα πανδημία που έχει το όνομα κορωνοϊός.

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή