Ηταν αναμενόμενο, καθώς πλησιάζαμε προς την Προεδρική εκλογή (Μάρτιος 2005) πως ο Κώστας Καραμανλής, ως πρωθυπουργός και αρχηγός της πλειοψηφίας, θα πρότεινε για Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ένα πρόσωπο προερχόμενο από την προοδευτική παράταξη, δηλαδή από το ΠΑΣΟΚ.
Κυκλοφορούσαν ευρέως τα ονόματα του Απόστολου Κακλαμάνη, ως τελευταίου προέδρου της Βουλής, στις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, του Γεράσιμου Αρσένη, που είχε εκφραστεί θετικά για τον πρωθυπουργό, αλλά και του Αναστάσιου Πεπονή, ως προσώπου με ευρεία αποδοχή, ευρυμάθεια, ήθος και εμβληματικό έργο, όπως η θέσπιση του ΑΣΕΠ, που φέρει το όνομα του.
Δε γνωρίζουμε και είναι εξαιρετικά πιθανό, το όνομα του Κάρολου Παπούλια, να μην ήταν το πρώτο στη «λίστα του Μαξίμου», κατά το προ 20ετίας προηγούμενο. Απ` ότι έγινε γνωστό αργότερα, σημαντικό, αν όχι καθοριστικό ρόλο, έπαιξε ο, πανίσχυρος τότε, Θόδωρος Ρουσόπουλος, που ανέλαβε και το ρόλο ενδιάμεσου. Το όνομα του Ηπειρώτη πολιτικού, άρχισε να κυκλοφορεί μόλις λίγες ώρες πριν την επίσημη, δημόσια ανακοίνωση. Ο τότε πρωθυπουργός, όπως και ο νυν, θέλησε να διατηρήσει το προνόμιο του αιφνιδιασμού, γι` αυτό και δε διέρρευσε τίποτε από τις παρασκηνιακές διαβουλεύσεις.
Αιφνιδιασμός υπήρξε ακόμη και στην εξαγγελία, για την οποία επέλεξε την Κυριακή το απόγευμα. Ήτανενδεικτικό της μυστικότητας, ότι ακόμη και στο «παρά πέντε» της επίσημης ανακοίνωσης, τα σχετικά ρεπορτάζ επέμεναν στα μέχρι τότε προβεβλημένα ονόματα, με ενδιαφερόμενους να αναζητούν εναγωνίως πληροφορίες, για τις προθέσεις του πρωθυπουργού.
Οι αποφάσεις όμως είχαν ληφθεί και ο πρώην υπουργός Εξωτερικών, που είχε ενημερωθεί έγκαιρα ότι θα είναι ο επόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ανέμενε τις πρωθυπουργικές ανακοινώσεις, σε κεντρικό ξενοδοχείοτης ιδιαίτερης πατρίδας του, των Ιωαννίνων, για να κάνει τη δήλωση αποδοχής.
Στην αιτιολόγηση της απόφασης του, ο Κώστας Καραμανλής ανέφερε ως στοιχεία που οδήγησαν στη συγκεκριμένη επιλογή, την παγκοίνως αναγνωρισμένη μετριοπάθεια του, που τον είχε κρατήσει επιμελώς μακριά από τις οξείες πολιτικές αντιπαραθέσεις, την εμπειρία και γνώση των θεμάτων εξωτερικής πολιτικής, αλλά και το πνεύμα διακομματικής συνεννόησης που είχε επιδείξει, κατά τη θητεία του ως προέδρου της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Εξωτερικών και Άμυνας, επί κυβερνήσεων Σημίτη. Η αποτυχία του, μετά από σχεδόν τριάντα χρόνια αδιάλειπτης κοινοβουλευτικής παρουσίας, να επανεκλεγεί, το Μάρτιο του 2004, συνέβαλε στην επιλογή, σύμφωνα με το σκεπτικό του τότε πρωθυπουργού. Όπως χαρακτηριστικά είχε πει ο Κώστας Καραμανλής, η απουσία από τη Βουλή, «του επέτρεπε να έχει την αναγκαία απόσταση από την τρέχουσα πολιτική αντιδικία».
Πίσω όμως από τις γραμμές εκείνο που ιδιαίτερα μέτρησε, ήταν η στενή σχέση του Γιαννιώτη πολιτικού, με τον Ανδρέα Παπανδρέου.